Το ερωτικό στην ψυχοθεραπεία: Προοπτικές και προβλήματα

Στις αρχές του 20ού αιώνα, η σύγχρονη ψυχοθεραπεία γεννήθηκε με ένα σοκ. Όχι του θεραπευόμενου, αλλά του γιατρού. Οι περισσότεροι από εμάς ως θεραπευτές, οποιασδήποτε προσέγγισης, κληρονομούμε αυτό το σοκ, συχνά χωρίς καν να το γνωρίζουμε. Δεν το έχουμε ξεπεράσει ούτε επιλύσει και συνεπώς κατά πάσα πιθανότητα θα το διαιωνίσουμε.

Ο Sigmund Freud σοκαρίστηκε (και ακόμα περισσότερο ο συνάδελφός του Breuer) από την ερωτική μεταβίβαση και ενδεχομένως ακόμα περισσότερο από τη δική του ερωτική αντιμεταβίβαση. Δεν έκανε τίποτε άλλο παρά μόνο να ακούει προσεκτικά και με συνέπεια μέσα από τακτικές συνεδρίες με μια ουδέτερη, καλοσυνάτη στάση και οι νεαρές θεραπευόμενες τον ερωτευόντουσαν. Αυτό δεν συνέβαινε περιστασιακά, κατ’ εξαίρεση μόνο σε μία νεαρή γυναίκα με ιδιαίτερα ακραία παθολογία, αλλά συχνά, σχεδόν συστηματικά. Αναπόφευκτα, ο Freud αντιλήφθηκε ότι κάτι άλλο συνέβαινε.

Το να χρησιμοποεί έξυπνες έννοιες εναντίον του δεν βοήθησε ιδιαίτερα· η ορμή και η δύναμη της ερωτικής δυναμικής ήταν μεγάλη, τόσο για τον θεραπευόμενο όσο και για τον θεραπευτή, σχεδόν ακαταμάχητη. Κάτι έπρεπε να γίνει για αυτό. Έτσι, εν τέλει, ο Freud έθεσε σε εφαρμογή ορισμένες οδηγίες και αρχές, οι οποίες έγιναν τα θεμέλια του ψυχαναλυτικού πλαισίου. Το σοκ του απολιθώθηκε και κατοχυρώθηκε ως οι θεμελιώδεις κανόνες και αντιλήψεις του σύγχρονου ψυχοθεραπευτικού επαγγέλματος. Ένα σημαντικό συστατικό στις ομιλητικές θεραπείες (talking therapies) είναι το ταμπού του αγγίγματος, ένας άμεσος, κυριολεκτικός όπως και συμβολικός γυάλινος τοίχος στον βαθμό της επιτρέπουσας εγγύτητας και οικειότητας.

Ήταν κατανοητό ότι το ερωτικό μπορούσε να παραγάγει έναν ισχυρό δεσμό και συνεπώς δέσμευση στη θεραπευτική σχέση. Μπορεί να αποτελεί ένα μεγάλο κομμάτι της θεραπευτικής συμμαχίας και από τις δύο πλευρές. Με κάποιους τρόπους ήταν σαν τη μηχανή που οδηγεί το όχημα της θεραπευτικής διαδικασίας μπροστά. Τι έκανε λοιπόν το επάγγελμα της ψυχοθεραπείας κατά τη διάρκεια των επόμενων δεκαετιών, τότε που ξεκίνησε να αποφεύγει το ερωτικό όλο και περισσότερο, εξαιτίας των πραγματικά αληθινών κινδύνων του; Χωρίς το ερωτικό, τι θα οδηγούσε τη διαδικασία; Ποιο άλλο κίνητρο θα την αντικαθιστούσε; 

Με την αυξανόμενη τάση των τελευταίων δεκαετιών για επαγγελματισμό, η ψυχοθεραπεία έχει γίνει πιο ασφαλής, κυρίως επειδή έχει γίνει ακίνδυνη, αδύναμη, χωρίς επιθυμία και αποτελεσματικότητα. Πολλοί θεραπευόμενοι απογοητεύονται και γίνονται κυνικοί όλο και περισσότερο, καθώς αμφισβητούν ότι η ψυχοθεραπεία μπορεί να επιφέρει οποιαδήποτε σημαντική αλλαγή, είτε στην ικανότητα να χαίρεσαι τη ζωή είτε στο να υποφέρεις. Μια άλλη έκφανση αυτού είναι ότι με ελάχιστες εξαιρέσεις, οι ομιλητικές θεραπείες έχουν μεταναστεύσει ακόμα περισσότερο στις αφηρημένες νοητικές έννοιες. Από εκεί ήταν μονάχα ένα μικρό βήμα προς την εικονική πραγματικότητα και τη διαδικτυακή θεραπεία. Για να γίνω πιο ξεκάθαρος, δεν απορρίπτω τη διαδικτυακή θεραπεία· από μόνη της, αποτελεί ένα ουσιαστικό μέρος της δουλειάς πολλών ψυχοθεραπευτών σήμερα, αλλά η συζήτηση για τα ωφέλη και τα πλεονεκτήματά της όπως και για τους περιορισμούς και τα μειονεκτήματά της δεν είναι του παρόντος. Αυτό που υποδεικνύω εδώ είναι ότι η διαδικτυακή θεραπεία μέσω της οθόνης και των βιντεοκλήσεων αντανακλά και χρησιμοποιείται από τις συνήθειες πολλών ανθρώπων για ασώματη οικειότητα από απόσταση.

Αλλά ακόμα υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που θέλουν να ζήσουν μια παθιασμένη, ενσαρκωμένη, ζωή με ζωντάνια και δεν χαίρονται να παραιτηθούν σε μια ασώματη ύπαρξη στον κυβερνοχώρο. Πώς μπορεί ένας θεραπευτής, μέσα από οποιαδήποτε ψυχοθεραπευτική παράδοση να συναντήσει την ορμή του θεραπευόμενου για μια ζωή γεμάτη υγεία, ζωντάνια και πληρότητα;

Ένα βήμα που μπορούμε να κάνουμε ως θεραπευτές είναι να αναρωτηθούμε πώς ο θεραπευτικός μας χώρος έχει γίνει περιορισμένος, αφηρημένος, απόμακρος, κλινικός, βαρετός και μη-ερωτικός. Όπως ανακάλυψε ο Freud, ο θεραπευτικός χώρος -αν του δοθεί μισή ευκαιρία- μόνο μη-ερωτικός δεν είναι· οι θεραπευτές τον κάνουν έτσι. Σε κάποιον μικρό βαθμό, το κάνουν συνειδητά. Αλλά επί το πλείστον, το κάνουν μέσα από την ιστορική, κληρονομημένη συνήθεια που δεν έχουν αμφισβητήσει και η οποία κληροδοτιέται από τις προηγούμενες γενεές μέσα από τις εκπαιδεύσεις και τα ινστιτούτα μας, βεβαιώνοντας ότι κάθε νέα γενιά θεραπευτών κληρονομεί και τηρεί τους ίδιους περιορισμούς.

Μη με παρεξηγείτε, δεν αρνούμαι ότι το ερωτικό δεν είναι επικίνδυνο, είμαι σίγουρος ότι είναι! Αλλά τι μπορούμε να κάνουμε για αυτούς τους κινδύνους;

Όπως ήξερε πολύ καλά ο Freud, ως παιδί της Βικτωριανής εποχής, όσο αρνείσαι και απωθείς, τόσο πιο σακατεμένη και γεμάτη συμπτώματα γίνεται η συνειδητή σου ζωή και τόσο πιο εκρηκτικές και καταστροφικές οι ασυνείδητες ενορμήσεις. Όσο πιο ψηλά χτίζεις το φράγμα, τόσο πιο μεγάλη και η καταστροφή όταν η πλημμύρα τελικά το περάσει. Όσον αφορά την ηθική, οι περιορισμοί που έχουμε θέσει σε εφαρμογή δεν φαίνονται να λειτουργούν πολύ καλά. Υπάρχουν άπειρα παραδείγματα επιφανών θεραπευτών που ξεπερνούν τα όρια που τόσο σοφά έχουμε θέσει, σε όλες τις ψυχοθεραπευτικές παραδόσεις, μέχρι πίσω στον Jung.

Ίσως τα 100 περίπου χρόνια ψυχοθεραπείας -στα οποία έχουμε διερωτηθεί και η επιστήμη μας έχει αναπτυχθεί, διαφοροποιηθεί και κατακερματιστεί στην πληθώρα προσεγγίσεων που έχουμε σήμερα- μας έχουν δώσει μια ευρύτερη αντίληψη, καινούργιες προοπτικές, συνειδητοποιήσεις και αποθέματα, τα οποία μπορούν να μας βοηθήσουν να προσεγγίσουμε ξανά τη Σφίγγα του ερωτικού.

Με τις φαντασιώσεις εκατομμυρίων νεαρών να Ντισνεοποιούνται, Χολιγουντοποιούνται και στη συνέχεια πορνοποιούνται από μικρή ηλικία, παγιδεύοντάς τους ίδιους σε διαστρεβλωμένες και αμήχανες περφορμανς επιθυμίας, έτσι που έχει μείνει μόνο μια μικρή μειοψηφία ανθρώπων με κάποια ιδέα για το πώς να κάνουν έρωτα. Για πολλούς ανθρώπους και πολλά ζευγάρια, η εκπλήρωση της σεξουαλικής επιθυμίας μοιάζει εντελώς άπιαστη. Το πιο βασικό, απλό και ζωογόνο ένστικτο παραμένει επώδυνα ανεκπλήρωτο, οι άνθρωποι όλο και περισσότερο απελπίζονται, πικραίνονται και παραμορφώνονται μέχρι που παραιτούνται σε αποσπάσεις, εξωσυζυγικές σχέσεις, πορνογραφία, εθισμούς και όλων των ειδών διαστροφικών, αυτοκαταστροφικών συμπεριφορών. Όταν η λίμπιντο, η σεξουαλικότητα και η ερωτική επιθυμία είναι ματαιωμένες, τότε δημιουργούν ατελείωτο πόνο -δεν θα ήταν υπέροχο αν θα μπορούσαμε να παρέχουμε το είδος της θεραπείας που θα μπορούσε πραγματικά να βοηθήσει τους ανθρώπους που βρίσκονται στις τρύπες της αγανάκτησης, της απελπισίας και του πόνου;

Για να παρέχουμε θεραπεία που να γιορτάζει το ερωτικό, που να το κάνει ένα από τα ουσιαστικά θεμέλια της διαδικασίας, που να επανασυνδέει και να ενσαρκώνει το ερωτικό στην παρούσα στιγμή της θεραπευτικής σχέσης, χρειαζόμαστε να εκτιμήσουμε τη διαβολική πολυπλοκότητα και τις ψυχολογικές αντιξοότητες του ερωτικού, απελευθερώνοντας τον εαυτό μας από τα επιφανειακά, κυριολεκτικά και μονολιθικά στερεότυπα ταυτότητας φύλλου και πορνογραφίας. Η ψυχολογία του ερωτικού είναι ευμετάβλητη, δονκιχωτική και παράδοξη.

Στις περιοχές του ερωτικού, μια άκαμπτη, παγιωμένη ταυτότητα του εγώ -και η ιδέα ότι ξέρω τον εαυτό μου- δεν είναι τόσο χρήσιμη ως σύντροφος. Η ιδέα ότι ξέρω τι είναι η αγάπη και είμαι ξεκάθαρος σε σχέση με το “τι έχω εγώ ανάγκη” και το είδος του εραστή που αναζητώ, είναι ένα ακόμη εσφαλμένο κλισέ της ποπ ψυχολογίας. 

1. Οι συγκρούσεις ανάμεσα στα διαφορετικά είδη αγάπης και στους διαφορετικούς τρόπους να αγαπάς

Ένα χρήσιμο σημείο εκκίνησης για θεραπευτές που επαναπροσεγγίζουν το σοκ του Freud με την ελπίδα να αναπτύξουν μια λιγότερο τρομακτική και περισσότερο ευρύχωρη, παραγωγική, διευρυμένη και ερωτικά φορτισμένη θεραπεία είναι η αναγνώριση των διαφορετικών ειδών αγάπης  και τρόπων να αγαπάς (το οποίο υποστηρίζεται από το γεγονός ότι οι αρχαίες γλώσσες έχουν ένα πλήθος λέξεων για την “αγάπη”, ενώ τα ελληνικά μία).

Και για τους περισσότερους από εμάς, οι λαχτάρες και οι επιθυμίες μας στις διαφορετικές διαστάσεις της αγάπης είναι όλες μπερδεμένες και σε σύγκρουση μεταξύ τους. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν έχουν ιδέα ότι στέλνουν διπλά μηνύματα συγκρουόμενων ενορμήσεων, επιθυμιών και αναγκών που προκαλούν σύγχυση και ότι οι νοητικές τους ιδέες για την αγάπη, τα όνειρα, οι φαντασίες και οι φαντασιώσεις για την αγάπη, οι συναισθηματικές τους ανάγκες για αγάπη και οι σωματικές τους ενορμήσεις και κινήσεις προς την αγάπη τούς τραβούν προς διαφορετικές κατευθύνσεις, προς διαφορετικές αλληλεπιδράσεις και διαφορετικές ανταποκρίσεις από διαφορετικούς ανθρώπους (ακόμα κι αν αυτοί οι διαφορετικοί άνθρωποι είναι όλα τα διαφορετικά πρόσωπα και πτυχές ενός συντρόφου). Και όλα αυτά είναι ενεργά στη σεξουαλική συνάντηση -πώς μπορούν να έχουν μια ανοιχτή, ευάλωτη, καρδιακή και παθιασμένη δέσμευση με τον αγαπημένο τους;

2. Τα τραύματα της αγάπης: Πώς η βιογραφία μας μας προετοιμάζει για αγάπη, οικειότητα και σεξ;

Μία δεύτερη ουσιαστική κατανόηση για να πλοηγηθούμε στο ναρκοπέδιο του ερωτικού είναι η ιδέα του “χαρακτήρα”, ο οποίος είναι ένας όρος της ψυχοθεραπευτικής αργκό που έχει ένα εντελώς διαφορετικό νόημα, στην πραγματικότητα το αντίθετο από την κοινή χρήση της λέξης. Αυτή η σύγχυση οφείλεται στον Wilhelm Reich, μαθητή και συνάδελφο του Freud, ο οποίος ανακάλυψε την ιδέα της “θωράκισης του χαρακτήρα”, η οποία βασίζεται στο γεγονός ότι ο σύγχρονος άνθρωπος κρύβει τα συναισθήματά του μέσα σε ένα κέλυφος, όπως ένας ιππότης θωρακίζει την καρδιά και τα σπλάχνα του μέσα σε μια πανοπλία. Σύμφωνα με τον ορισμό του Reich, το να είσαι δυνατός “χαρακτήρας” δεν είναι καλό πράγμα. Σημαίνει ότι είσαι δυνατά θωρακισμένος, προστατευμένος, άκαμπτος, χωρίς να μπορείς να επιτρέψεις, να νιώσεις και να εκφράσεις τις ζωτικές δονήσεις των βαθύτερων συναισθημάτων σου.

Τον τελευταίο αιώνα, ο Reich ήταν μάλλον ένας από τους σπάνιους θεραπευτές που φανερά και δημοσίως ασχολήθηκε με τη λίμπιντο, τη σεξουαλική έκφραση και τον οργασμό· τα αποκαλούσε χαρακτηριστικά “οι πηγές της ζωής” και πίστευε πως η ψυχοθεραπεία πρέπει να ασχολείται με αυτά και να τα υποστηρίζει. Υπέθεσε ότι δεν μπορείς να έχεις καλούς οργασμούς μέσα σε μια πανοπλία και δεν νομίζω ότι τα τελευταία 100 χρόνια κάποιος το έχει αμφισβητήσει.

Παρόλο που ο Reich δεν είναι ακριβώς ο αγαπημένος “γέροντας” της ψυχοθεραπείας -επί το πλείστον έχει αγνοηθεί, απορριφθεί και απαξιωθεί- πολλές από τις τότε αμφιλεγόμενες θέσεις του έχουν επιβεβαιωθεί και υιοθετηθεί σιωπηλά (χωρίς ιδιαίτερα τη δική του αναγνώριση) από τις θεωρίες και αρχές των σύγχρονων θεραπειών. Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, πολλές αναπτυξιακές θεωρίες αναγνωρίζουν ότι η προστατευτική άμυνα του “χαρακτήρα” πηγάζει από τα συναισθηματικά τραυματισμένα τοπία της παιδικής ηλικίας και οχυρώνεται και τελειοποιείται περαιτέρω στην πορεία προς την υποτιθέμενη ενηλικίωση.

Το ντελικάτο, ευαίσθητο και οξυδερκές παιδί, το οποίο δείχνει ότι ο αυτοκράτορας είναι γυμνός και διαισθητικά συλλαμβάνει με ακρίβεια την παράλογη σύγκρουση των τρελών ενηλίκων γύρω του μέσα στα κελύφη του χαρακτήρα τους, αντιμετωπίζεται με άρνηση, άμυνες και εκλογικεύσεις. Αρχικά, μπερδεύεται αρκετά, μετά παροδικά εξοργίζεται, αλλά εν τέλει -αρκετά συντετριμμένο- του φαίνεται ευνοϊκότερο να ακολουθήσει την προσποίηση από τον πόλεμο. Ξεχνά τον ζωτικό του εαυτό και όλη τη δυνατή αγάπη μέσα και έξω και από τη στιγμή που το ολοδικό του “χαρακτηρολογικό στυλ” (Johnson) έχει εγκατασταθεί, το γεγονός ότι ξέχασε έχει ξεχαστεί και ένας άλλος φιλόδοξος χαρακτήρας αναζητά να βρει τη θέση του και να αφήσει το στίγμα του στον κόσμο, αναζητώντας ασφάλεια, ανήκειν, ικανοποίηση, αυτοπραγμάτωση και αγάπη.

Από την πληθώρα των προτεραιοτήτων στη ζωή, είναι ιδιαίτερα απελπισμένος σε σχέση με αυτές που του αρνήθηκαν ως παιδί. Το παρόν υπερ-αμυντικό εγώ είναι παγιδευμένο στο να πολεμά ενάντια στον πόνο που συνεχίζει να επανεμφανίζεται όπως το χορτάρι μεγαλώνει μέσα από το τσιμέντο του τείχους των αμυνών του. Είναι εξίσου παγιδευμένο σε μια απελπισμένη, πανικόβλητη αναζήτηση για αναπλήρωση, ωθούμενο στον έξω κόσμο ο οποίος δεν μπορεί ποτέ να αναπληρώσει αυτό που είχε χαθεί μέσα του. Ως ένας κανονικός ενήλικος, τώρα χρειάζεται να βρει μια σύντροφο και όπως οι Χολιγουντιανοί του ήρωες, ένας σωστός άντρας και η σύντροφός του έχουν μια υπέροχα αρμονική σχέση και καταπληκτικό σεξ· η σύζυγος υποτίθεται ότι είναι η καλύτερή του φίλη και ταυτόχρονα η πιο παθιασμένη του ερωμένη. Δεν αντιλαμβάνεται κανείς ότι μπορεί να υπάρχει μια σταλίτσα έντασης ανάμεσα σε αυτές τις δύο απαιτήσεις. Ίσως γιατί δεν πλησιάζει καμία τους, επειδή πολύ πριν να τις φθάσει, η θωράκιση του χαρακτήρα τις έχει βουλιάξει.

Το να διατηρεί κανείς τις άκαμπτες προστασίες του χαρακτήρα ενώ παραδίδεται στο να αγαπά και να αγαπιέται είναι σχεδόν αδύνατο, αλλά αυτό είναι η μόνη διαστρεβλωμένη και συμβιβασμένη προσπάθεια για οικειότητα που του είναι διαθέσιμη.

Ξεκάθαρα χρειάζεται θεραπεία. Πολλή θεραπεία. Ατομική θεραπεία, θεραπεία ζεύγους, ομαδική θεραπεία, coaching. Ωστόσο, τίποτα από αυτά δεν φθάνει στη σεξουαλική του απογοήτευση, καθώς ο θεραπευτής μόνο μιλάει για το σεξ και -στην καλύτερη περίπτωση- ζητά από το μυαλό του να κάνει μια ενδοσκόπηση. Αν η θεραπεία παίρνει πολύ χρόνο, μπορεί να προσπαθήσει να κόψει δρόμο κάνοντας σεξουαλική δουλειά με το σώμα, σεμινάρια τάντρα, coaching οικειότητας. Τουλάχιστον, σε αυτές τις προσεγγίσεις, οι οποίες έχουν διασπαστεί και αναπτυχθεί έξω από την κληρονομιά του Freud, δεν χρειάζεται να πολεμά ενάντια στον επώδυνα χτισμένο διαγενεακό τοίχο του σοκ του Freud. Εκεί μπορεί να βρει κάποιες χρήσιμες πληροφορίες, βιωματική δουλειά και ασκήσεις που του δίνουν κάποια ένδειξη και οδηγία πώς να πλησιάσει το “κανονικό” σεξ. Τουλάχιστον εκεί αποκτά μια ιδέα για το πώς υποτιθέμενα μοιάζει. Παρόλα αυτά, ακόμα παγιδευμένος στον χαρακτήρα του αμυνόμενος ενάντια στα τραύματα της παιδικής του ηλικίας, δεν βοηθιέται πολύ στο να νιώσει τον πόνο του όπως και το πάθος του. Με το Χόλιγουντ και την πορνογραφία να τον έχουν προετοιμάσει για την ιδέα της παράστασης της απαιτούμενης σεξουαλικής έκστασης, διατρέχει τον κίνδυνο για γίνει ένας Ταντρικός απατεώνας.

Στις τελευταίες παραγράφους, πολύ χοντρικά, έχω κατασκευάσει και αφηγηθεί την ιστορία του αγοριού. Ωστόσο, όταν πρόκειται να βρούμε τον δρόμο μας προς την αγάπη και το πάθος, ο διάβολος είναι στις λεπτομέρειες της ατομικής ιστορίας. Το ίδιο ισχύει λοιπόν και για το εξίσου βασανιστικό ταξίδι του κοριτσιού, κατατρεγμένου από τις γελοίες αντικειμενοποιήσεις που γεννούν τα στερεότυπα της πατριαρχικής θηλυκότητας. Φαινομενικά, σε θέλουν να είσαι μια δυνατή, ζωτική και ελκυστικά παθιασμένη γυναίκα, αλλά παρακαλώ με τέτοιον τρόπο που να μην ξεκινά να απειλεί τις οχυρώσεις της κενής, εύθραυστης, ανύπαρκτης αρρενωπότητας. Από όλα τα διάφορα ψυχολογικά ανέφικτα που έχω αγγίξει μέχρι στιγμής, αυτό πρέπει να συγκαταλέγεται στα πιο παράλογα.

3. Το παράδοξο ανάμεσα στον εαυτό και στον άλλο και ανάμεσα στην υποκειμενοποίηση και αντικειμενοποίηση

Ο τρίτος τρόπος να δείχνουμε το ερωτικό φεγγάρι με το δάχτυλο είναι το βαθύ παράδοξο ανάμεσα στον εαυτό και στον άλλο και η ένταση ανάμεσα στο να συναντούμε τον άλλο ως ένα άλλο υποκείμενο, σε αντίθεση με το να τον χρησιμοποιούμε ως ένα αντικείμενο. Ευτυχώς, ο μεταμοντερνισμός μας έχει δώσει ένα εμπεριστατωμένο κατάλογο με τους βίαιους και καταπιεστικούς τρόπους που οι άνθρωποι αντικειμενοποιούν και αποκτηνώνουν ο ένας τον άλλο. Έτσι η φρίκη της αντικειμενοποίησης -που οι προηγούμενες γενιές είχαν αδιάφορα πάρει ως δεδομένη με πολλούς τρόπους, βεβαιώνοντας ότι δεν ήταν μόνο κάτι σύνηθες, αλλά φυσιολογικό- τώρα βιώνεται έντονα από τις ευαίσθητες ναρκισσιστικές “νιφάδες χιονιού” των μιλλένιαλ γενιών. Ειδικά στη Δύση, οι νέες γενιές γνωρίζουν πολύ καλά ότι το να μειώνουν έναν άλλο άνθρωπο σε ένα αντικείμενο προς χρήση και εκμετάλλευση είναι κάτι το βίαιο.

Έχοντας αυτό ξεκάθαρα και συλλογικά εγκαθιδρύσει, ίσως είμαστε έτοιμοι να αναγνωρίσουμε και να συλλογιστούμε τις ευρέως διαδεδομένες ευκαιρίες για να απολαύσουμε το γεγονός ότι έχουμε ανάγκες και φαντασιώσεις τις οποίες θα θέλαμε οι άλλοι να εκδηλώσουν, προσεγγίσουν, εκδραματίσουν και ικανοποιήσουν.

Στην παθιασμένη μου φαντασίωση, εσύ είσαι μια εικόνα, ένα αντικείμενο της φαντασίωσής μου. Και θα μου έδινε πελώρια ευχαρίστηση αν εσύ, το αληθινό ανθρώπινο υποκείμενο, μπορούσες να προσεγγίσεις αυτό το αντικείμενο. Παρακαλώ κάνε μου τη χάρη, θα με έκανε να νιώσω ότι με βλέπεις, με λατρεύεις, με αγαπάς και με καλωσορίζεις με την πληρότητα του είναι μου, και μόλις με έχεις βοηθήσει να εκδηλώσω τη φαντασία μου σε μια πραγματική, σωματική, βιωμένη εμπειρία, είναι πολύ πιθανό ότι θα ανακαλύψω ένα εκπληκτικό ποσό από προηγούμενες ασυνείδητες πτυχές του εαυτού μου και θα γίνω ένας διαφορετικός άνθρωπος με νέες και διαφορετικές φαντασιώσεις και συνεπώς διαφορετικές και νέες αντικειμενοποιήσεις από σένα. Αν μπορείς να είσαι αρκετά μεγάλη και ευρύχωρη μέσα σου για να παίξεις μαζί με μένα και τις φαντασιώσεις μου, μια δημιουργική διαδικασία θα απελευθερωθεί μέσα από την οποία θα εξελιχθώ σε κάποιον μεγαλύτερο, που να αγκαλιάζει όλο μου το είναι και το ασυνείδητο δυναμικό μου. Παρόλα αυτά, για να συμμετέχεις μαζί μου σε αυτό το παιχνίδι και χορό ανάμεσα στον εαυτό και στον άλλο, δεν γίνεται να φοβάσαι τις αντικειμενοποιήσεις, οι οποίες μπορεί να σε αναγκάσουν να αρνηθείς να πειραματιστείς να είσαι το αντικείμενό μου.

Όσοι από εσάς έχετε μελετήσει τη διδασκαλία και τα κείμενα του ψυχαναλυτή Donald Winnicott θα αναγνωρίσετε κάποιες γνωστές ιδέες στο παραπάνω επιχείρημα: πρότεινε ότι το παιχνίδι του παιδιού -και το παιχνίδι του παιδιού είναι η φαντασία- είναι η βάση για όλη τη δημιουργικότητα και όλο το δημιουργικό σχετίζεσθαι ανάμεσα στους ανθρώπους. Και η ανάπτυξη της ικανότητας να παίζεις αναδύθηκε από τη φαντασίωση και τη βιωμένη πραγματικότητα του να “χρησιμοποιείς τον άλλο ως ένα αντικείμενο”.

Παρατηρήστε πως σύμφωνα με τον Winnicott, το να “χρησιμοποιείς τον άλλο ως ένα αντικείμενο” είναι μια σημαντική και πολύτιμη αναπτυξιακή αναγκαιότητα, χωρίς την οποία η ικανότητα για ζωτικό, δημιουργικό, διαπροσωπικό σχετίζεσθαι δεν μπορεί να αναπτυχθεί. Και η ανταπόκριση με αγάπη και καλωσόρισμα των γονέων στο να χρησιμοποιηθούν ως αντικείμενα είναι καθοριστική σε αυτήν τη σημαντική ανάπτυξη. Αν μάθουμε ότι μπορεί να γίνει ασφαλές και αποδεκτό να χρησιμοποιήσεις τον άλλο ως ένα αντικείμενο -κυρίως ως ένα αντικείμενο πάνω στο οποίο εμείς προβάλλουμε και οι άλλοι ανταποκρίνονται με περιέργεια και ένα ουσιαστικό “ναι” στο να χρησιμοποιηθούν κατ’ αυτό τον τρόπο- τότε θα έχουμε την ισόβια συναισθηματική και ψυχολογική ικανότητα που απαιτείται ως ουσιαστική προϋπόθεση για ένα σύγχρονο κλισέ: να δημιουργήσουμε την πραγματικότητά μας και να βοηθήσουμε τους άλλους να δημιουργήσουν τη δική τους. 

Χωρίς να χρησιμοποιούμε ο ένας τον άλλο ως αντικείμενα, η υποκειμενικότητα δεν μπορεί να υπάρξει, πόσο μάλλον να αναπτυχθεί. Η υποκειμενικότητα δεν θα έκανε ποτέ το πρώτο βήμα, δεν θα είχε αίσθηση του εαυτού της σε σχέση με τους άλλους και δεν θα ήξερε πώς να μεγαλώσει, να ωριμάσει και να υπερβεί τον εαυτό της, αν δεν της επιτρεπόταν και δεν υποστηριζόταν στο να αντικειμενοποιεί τους άλλους.

Μπορούμε να διατυπώσουμε το παράδοξο ανάμεσα στο να υποκειμενοποιούμε και αντικειμενοποιούμε αναπτυξιακά ή μπορούμε να το εντοπίσουμε στο να αγαπούμε και στο να κάνουμε έρωτα. Θέλω η αγαπημένη μου να μου κάνει έρωτα ως ένα υποκείμενο και έχω μια μακρά βιογραφική ιστορία όπου αισθανόμουν πληγωμένος με το να με αντικειμενοποιούν. Πολύ σωστά, μισώ να με αντικειμενοποιούν. Αλλά επειδή σε αγαπώ ως υποκείμενο και θέλω να συμμετέχω στο εξελισσόμενο θαύμα της αποκαλυπτόμενης υποκειμενικότητάς σου, έχω μια βαθιά περιέργεια για τις ενορμήσεις και τις φαντασιώσεις σου προς σε μένα και για μένα, στις οποίες είμαι ένα αντικείμενο της φαντασίας σου. Θέλω να είμαι παρών στο ελεύθερο και αυθόρμητο παιχνίδι της φαντασίας σου και στον τρόπο που χρησιμοποιεί εμένα ως αντικείμενο και συνεχίζει να εξελίσσει εσένα ως υποκείμενο.

Στην καθιερωμένη αγάπη, είμαι πολύ προσκολλημένος στο ποια νομίζω ότι είσαι και ήσουν, γιατί αυτό μου δίνει ασφάλεια και άνεση και θέλω να μπορώ να βασιστώ σε αυτό. Από την άλλη πλευρά στην εξελισσόμενη αγάπη, δεν έχω ιδέα ούτε και προσκόλληση στο ποια είσαι ή στο ποιος είμαι, γιατί με ενδιαφέρει περισσότερο η διαδικασία της αμοιβαίας μας εξέλιξης.

Δεν μπορώ να το αποφύγω: Η αγάπη είναι περίπλοκη και σύνθετη. Οι σχέσεις είναι γεμάτες αινίγματα, το ερωτικό είναι γεμάτο αντιθετικές εντάσεις, ανάμεσα σε ασφαλή, σταθερό και αφοσιωμένο δεσμό από τη μια πλευρά και απρόβλεπτο, συναρπαστικό, εξωτικό-ερωτικό διαχωρισμό από την άλλη. Θα ήθελα άραγε να είναι πιο απλό και ξεκάθαρο; Δεν νομίζω.

Το ίδιο παράδοξο και η επικαιρότητα των ιδεών του Winnicott μπορούν να εφαρμοστούν στη βαθιά και ερωτικά φορτισμένη θεραπεία. Θέλουμε να δημιουργήσουμε έναν χώρο που να είναι εξίσου ανοιχτός στο να συναντηθούμε ως υποκείμενα όπως και στο να μας χρησιμοποιήσουν ως αντικείμενο. Ως θεραπευτής, δεν θέλω να είμαι προκατειλημμένος ούτε υπέρ ούτε κατα της υποκειμενοποίησης ή της αντικειμενοποίησης.

Μιλώντας με ψυχοθεραπευτικούς όρους -από την προσέγγιση Gestalt, θέλω να είμαι εξίσου διαθέσιμος και για σχετίζεσθαι Εγώ – Εγώ (I-Thou) και για Εγώ – Αυτό, αναγνωρίζοντας τη βαθιά θεραπευτική δυνατότητα και των δύο. Δυστυχώς, οι ποιότητες και η εμπειρογνωσία που χρειάζονται για αυτά τα αντίθετα σχεσιακά σύμπαντα είναι σε κάποιον βαθμό διαχωρισμένες και διαιρεμένες ανάμεσα στις ανθρωπιστικές και στις ψυχαναλυτικές παραδόσεις. Ωστόσο, χρειαζόμαστε εξίσου και τις δύο. Συνεπώς χρειάζεται να τις ενοποιήσουμε μαζί με τις μη επιλύσιμες αντιθέσεις τους. Ευτυχώς, το εγχείρημα της ψυχοθεραπευτικής ενοποίησης έχει ξεκινήσει εδώ και τρεις δεκαετίες και μπορούμε να αξιοποιήσουμε τις γνώσεις που έχουμε ήδη αποκτήσει.

Μπορείτε να διαβάσετε στο παρακάτω λινκ το πρωτότυπο άρθρο στα αγγλικά.

Μπορείτε να δείτε εδώ το σεμινάριο του Michael Soth στις 18-19 Νοεμβρίου 2023:

Leave a Comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *

Scroll to Top