Η ετυμηγορία του πουλιού Ντόντο - Rosenzweig

Η Ετυμηγορία του Πουλιού Ντόντο

Κάποιοι Άρρητοι Κοινοί Παράγοντες στις Διαφορετικές Μεθόδους της Ψυχοθεραπείας (Η Ετυμηγορία του Πουλιού Ντόντο​) - Saul Rosenzweig

“Τέλος το Ντόντο είπε: ‘Όλοι κερδίσαν και όλοι πρέπει να πάρουν βραβείο.’”

Παρατηρείται συχνά ότι δεν υπάρχει κάποιο είδος ψυχοθεραπείας που να μην έχει θεραπευτικά αποτελέσματα στο ενεργητικό της. Οι θιασώτες της ψυχανάλυσης, η θεραπεία πειθούς, η Χριστιανική Επιστήμη και ένα πλήθος άλλων ψυχοθεραπευτικών ιδεολογιών1 μπορούν να καταδείξουν αξιοσημείωτες επιτυχίες. Η συνέπεια αυτού του γεγονότος δεν είναι, παρόλα αυτά, μονοσήμαντη. Ο υπερήφανος θιασώτης, αναφέροντας τα περιστατικά όπου “πέτυχε”, συμπεραίνει έτσι, ακόμα και όταν δεν το λέει, ότι η δική του ιδεολογία αποδεικνύεται σωστή και όλες οι υπόλοιπες λανθασμένες. Από την άλλη πλευρά, οι πιο αποστασιοποιημένοι παρατηρητές, ερευνώντας όλον τον χώρο, τείνουν, με λογική βάση, να εξάγουν ένα πολύ διαφορετικό συμπέρασμα. Δηλαδή συμπεραίνουν ότι, αν τόσο θεωρητικά αντικρουόμενες διαδικασίες οδηγούν στην επιτυχία, συχνά ακόμη και σε παρόμοιες περιπτώσεις, τότε το θεραπευτικό αποτέλεσμα δεν είναι ένας αξιόπιστος οδηγός για την εγκυρότητα της θεωρίας.

Δεν χρειάζεται παρά μόνο λίγος αναστοχασμός για να φθάσουμε στις ρίζες της δυσκολίας από την οπτική της λογικής συνεπαγωγής. Είναι λογικό να πιστεύεις ότι το ίδιο συμπέρασμα δεν μπορεί να βγει από αντίθετες προτάσεις, αλλά όταν μια τέτοια αντίθεση εμφανίζεται, όπως φαίνεται να ισχύει στην παρούσα περίπτωση, είναι και δικαιολογημένο να αναρωτιέσαι (1) αν οι παράγοντες που υποτίθεται ότι λειτουργούν σε μια συγκεκριμένη θεραπεία ταυτίζονται με τους παράγοντες που πραγματικά λειτουργούν και (2) αν οι παράγοντες που πραγματικά λειτουργούν σε διαφορετικές θεραπείες έχουν πολύ περισσότερα κοινά μεταξύ τους απ’ ότι έχουν οι παράγοντες που υποτίθεται ότι λειτουργούν.

Ακολουθώντας αυτήν τη γραμμή έρευνας γρήγορα συνειδητοποιούμε ότι πέρα από τις μεθόδους που έχουν χρησιμοποιηθεί σκοπίμως και τα συνειδητά τους θεωρητικά θεμέλια, υπάρχουν αναπόφευκτα συγκεκριμένοι παράγοντες που δεν αναγνωρίζονται σε κάθε θεραπευτική περίπτωση -παράγοντες που μπορεί να είναι ακόμα πιο σημαντικοί από εκείνους που σκόπιμα χρησιμοποιούνται. Είναι πιθανό οι διαδικασίες που συνειδητά χρησιμοποιούνται από τον θεραπευτή να έχουν μεγάλη αρνητική αξία στο να αποσπούν την προσοχή από συγκεκριμένες ασυνείδητες διαδικασίες μέσω των οποίων επιτυγχάνεται στην πραγματικότητα το θεραπευτικό αποτέλεσμα. Έτσι μπορεί να υποστηριχθεί ότι η επιτυχία της ψυχανάλυσης, για παράδειγμα, δεν οφείλεται τόσο πολύ στην αλήθεια των ψυχαναλυτικών θεωριών για τη γενετική ανάπτυξη, αλλά μάλλον επειδή ο αναλυτής, εφαρμόζοντας τη μέθοδό του, σχεδόν άθελά του, επιτρέπει στον αναλυόμενο να επαναπρογραμματίσει κάποια ανεπαρκή κοινωνικά μοτίβα, επικαιροποιώντας τα με την παρούσα κατάσταση -ένα φαινόμενο που εξηγείται καλύτερα από τις θεωρίες του Pavlov παρά του Freud. Αν δεχτούμε, χάριν επιχειρηματολογίας, ότι έτσι έχουν τα πράγματα, τότε η επιτυχή ανάλυση ενός θεραπευόμενου αποδεικνύει πολύ περισσότερο τις έννοιες του Pavlov απ΄ότι του Freud –και το επιτυχές θεραπευτικό αποτέλεσμα δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί άκριτα σαν ένα τεστ της προτεινόμενης θεωρίας!

Ενώ αυτό το αρνητικό συμπέρασμα μπορεί σε κάποιον βαθμό να είναι ικανοποιητικό, αποτυγχάνει να λύσει το πρόβλημα που είναι έμφυτο στο γεγονός από το οποίο προέκυψε. Έτσι είναι ακόμη αναγκαίο να ρωτήσουμε ποιο είναι αυτό που ευθύνεται ώστε φαινομενικά διαφορετικά είδη ψυχοθεραπείας να αποδεικνύονται επιτυχή σε παρόμοιες περιπτώσεις; Ή αν είναι μόνο φαινομενικά διαφορετικά, τότε τι κοινό έχουν στην πραγματικότητα αυτές οι θεραπείες που τις κάνει εξίσου επιτυχείς2; Αναλαμβάνοντας να απαντήσω αυτές τις ερωτήσεις, θα υποτεθεί, για τους σκοπούς της ανάλυσης, ότι όλες οι μέθοδοι της θεραπείας όταν χρησιμοποιούνται επιδέξια είναι εξίσου επιτυχείς. Αυτή η υπόθεση δεν είναι καλά τεκμηριωμένη, γιατί συγκεκριμένα είδη θεραπείας πολύ πιθανώς ταιριάζουν καλύτερα από άλλα σε συγκεκριμένα είδη περιπτώσεων. Παρόλα αυτά, προς το παρόν αυτή η πιθανότητα όπως και το σχετικό πρόβλημα καθορισμού των κριτηρίων εφαρμογής μιας μεθόδου αντί μιας άλλης σε έναν συγκεκριμένο θεραπευόμενο, σκοπίμως θα αγνοηθεί.

Αναζητώντας τους κοινούς παράγοντες στις διαφορετικές μεθόδους ψυχοθεραπείας, η παραπάνω συζήτηση των άρρητων διαδικασιών χρειάζεται να ανακληθεί. Τέτοιες μη λεκτικοποιημένες πτυχές της θεραπευτικής σχέσης, όπως το παράδειγμα της έννοιας του κοινωνικού επαναπρογραμματισμού, μπορεί να εκδηλώνονται εξίσου σε θεραπείες με σχεδόν ανόμοιες όψεις. Η πιθανότητα για κάθαρση αποτελεί ένα άλλο παρόμοιο παράδειγμα. Με τέτοιους ισχυρούς άρρητους κοινούς παράγοντες, εξωτερικά διαφορετικοί μέθοδοι θεραπείας σίγουρα μπορεί να έχουν περίπου ισάξια επιτυχία.

Σε αυτούς τους άρρητους παράγοντες βρίσκεται πολύ κοντά η απροσδιόριστη επίδραση της προσωπικότητας του θεραπευτή. Ενώ έχει αναγνωριστεί εδώ και καιρό, αυτή η επίδραση ακόμα αντιπροσωπεύει ένα άλυτο πρόβλημα. Ακόμα και οι προσωπικές ποιότητες του καλού θεραπευτή δεν περιγράφονται, γιατί ενώ οι λέξεις συναρπαστικός, εμπνευσμένος κ.λπ. είναι αυτονόητες, δεν είναι επαρκείς. Εξαιτίας αυτού, οι παρατηρητές φαίνονται να διαισθάνονται τα χαρακτηριστικά του καλού θεραπευτή ξανά και ξανά και σε συγκεκριμένες περιστάσεις και κάποιες φορές είναι τόσο εντυπωσιασμένοι στον βαθμό που να πιστεύουν ότι η προσωπικότητά του θα ήταν ικανή από μόνη της, ξεχωριστά από οτιδήποτε άλλο, να εξηγήσει τη θεραπεία πολλών θεραπευόμενων λόγω κάποιας καταλυτικής επιρροής. Από τη στιγμή που καμία μέθοδος θεραπείας δεν έχει μονοπώλιο σε όλους τους καλούς θεραπευτές, αυτός είναι ένας άλλος διαθέσιμος πιθανός κοινός παράγοντας που να εξηγεί την ισάξια επιτυχία διαφορετικών, ομολογουμένως, μεθόδων.

Από την οπτική των ψυχολογικών ερμηνειών που δίνουν οι θεραπευτές διαφορετικών προσεγγίσεων, μια άλλη μερική λύση του παρόντος προβλήματος μπορεί να δοθεί. Αν ισχύει ότι η ψυχική διαταραχή εκδηλώνει μια σύγκρουση των διασπασμένων συστατικών κομματιών της προσωπικότητας, τότε η ενοποίησή τους μέσω κάποιας συστηματικής ιδεολογίας, ανεξάρτητα από ποια μπορεί να είναι αυτή η ιδεολογία, θα φαινόταν να είναι sine qua non για ένα επιτυχημένο θεραπευτικό αποτέλεσμα. Είτε ο θεραπευτής μιλάει με ψυχαναλυτικούς όρους ή όρους Χριστιανικής Επιστήμης είναι σχετικά ασήμαντο όταν συγκρίνεται με την τυπική συνέπεια με την οποία η υιοθετημένη θεωρία εφαρμόζεται, γιατί λόγω αυτής της συνέπειας ο θεραπευόμενος λαμβάνει ένα σχήμα για να επιτύχει κάποιο είδος και βαθμό οργάνωσης προσωπικότητας. Η ίδια η μονόπλευρη διάσταση μιας ένθερμα ενστερνισμένης θεραπευτικής θεωρίας μπορεί υπό αυτήν τη βάση να έχει ένα ευνοϊκό αποτέλεσμα. Έχοντας κοινή τη δυνατότητα παροχής μιας συστηματικής βάσης απαρτίωσης, διαφορετικά είδη ψυχοθεραπείας πρέπει να τείνουν να είναι εξίσου επιτυχή. 

Από μια κάπως διαφορετική προσέγγιση, ωστόσο ακόμα κάτω από τον γενικό τίτλο της ερμηνείας, παρουσιάζεται μια άλλη ιδέα που συνεισφέρει στη λύση του προβλήματος. Υπάρχουν διάφορα βήματα σ’ αυτό το επιχείρημα. Αρχικά, τα ψυχολογικά γεγονότα είναι τόσο σύνθετα και πολύπλευρα εκ φύσεως που μπορούν να διατυπωθούν με διαφορετικούς τρόπους και κάθε διαφορετική διατύπωση μπορεί να έχει μια πολύ καλή δικαιολόγηση. Υπό αυτές τις συνθήκες, οποιαδήποτε ερμηνεία τείνει να περιέχει έναν συγκεκριμένο βαθμό αλήθειας, όταν εφαρμόζεται τουλάχιστον από μια οπτική ή σε μια πτυχή του σύνθετου φαινομένου που εξετάζεται. Έτσι είναι συχνά δύσκολο να αποφασίσεις ανάμεσα στις ποικίλες ερμηνείες του ίδιου ψυχολογικού γεγονότος: όλες είναι συναφείς, παρόλο που κάποιες μάλλον είναι σε μεγαλύτερο και άλλες σε μικρότερο βαθμό και συνεπώς όλες αξίζουν κάποια εξέταση.

Κατά δεύτερο λόγο, η προσωπικότητα φαίνεται να αποτελείται από μια αλληλοεξαρτώμενη οργάνωση διαφόρων παραγόντων που σχετίζονται δυναμικά3. Είναι αδύνατο να αλλάξεις οποιονδήποτε σημαντικό παράγοντα ή πτυχή αυτής της οργάνωσης χωρίς να επηρεάσεις το σύνολο, επειδή είναι όλα ένα κομμάτι. Αν αυτή η περιγραφή είναι σωστή, συνεπάγεται ότι προσπαθώντας να τροποποιήσεις τη δομή μιας προσωπικότητας, δεν έχει πολύ σημασία αν η προσέγγιση έγινε, ας πούμε, από τα δεξιά ή από τα αριστερά, από πάνω ή από κάτω, εφόσον μια αλλαγή στη συνολική οργάνωση θα συμβεί ανεξάρτητα από το συγκεκριμένο σημαντικό σημείο στο οποίο έγινε η επίθεση.

Τώρα, αν μια δεδομένη μέθοδος ψυχοθεραπείας αντιπροσωπεύει μόνο μια από τις εναλλακτικές διατυπώσεις του παρουσιαζόμενου προβλήματος, τότε δεν χρειάζεται να είναι ολοκληρωτικά επαρκής από κάθε θέση για να μπορεί να είναι αποτελεσματική θεραπευτικά. Χρειάζεται απλώς να είναι αρκετά συναφής ώστε να έχει επίδραση στην οργάνωση της προσωπικότητας σε κάποιο σημαντικό σημείο και έτσι να ξεκινήσει τη δουλειά της αποκατάστασης. Η αλληλεξάρτηση του συστήματος της προσωπικότητας θα επικοινωνήσει αυτή την αρχική επιρροή στο σύνολο. Αν αυτή η συλλογιστική ισχύει, τότε μειώνεται σημαντικά η θεραπευτική σημασία των διαφορών στην ψυχολογική ερμηνεία και έτσι συνεισφέρει για ακόμα μια φορά στην εξήγηση πώς υποτιθέμενες διαφορετικές ψυχοθεραπευτικές μεθοδολογίες αποδεικνύονται να έχουν ισάξια επιτυχία4.

Συμπερασματικά μπορεί να ειπωθεί ότι ένας θεραπευτής που έχει μια αποτελεσματική προσωπικότητα και που εφαρμόζει πιστά με συνέπεια στις συνεδρίες του ένα σύστημα ιδεών που έχει κατακτήσει και το οποίο με τον έναν ή άλλον σημαντικό τρόπο προσαρμόζεται στα προβλήματα της άρρωστης προσωπικότητας, τότε έχει συγκριτικά μικρή σημασία ποια συγκεκριμένη μέθοδο χρησιμοποιεί ο θεραπευτής. Είναι, φυσικά, ακόμα απαραίτητο να παραδεχθούμε τη πιο βασική θεώρηση ότι σε ορισμένα είδη ψυχικών διαταραχών ορισμένα είδη θεραπείας ενδείκνυνται σε σύγκριση με άλλα. Αν εδώ εξετάζαμε σε λεπτομέρεια το πρόβλημα της ψυχοθεραπείας, θα κάναμε μια προσπάθεια να δείξουμε ότι ο θεραπευτής πρέπει να έχει ένα ευρύ ρεπερτόριο μεθόδων για να μπορεί να αντλεί ανάλογα με τις ανάγκες κάθε ατομικής περίπτωσης. Θα ήταν επίσης σημαντικό να συζητηθούν οι περίπλοκες ψυχοδυναμικές της σχέσης ανάμεσα στην προσωπικότητα του θεραπευόμενου και στην προσωπικότητα του θεραπευτή για να διαπιστώσουμε αν ένας συγκεκριμένος τύπος θεραπευόμενου δεν θα τα πήγαινε καλά με έναν θεραπευτή με μια συγκεκριμένη προσωπικότητα. 

Παρά αυτές τις προσθήκες, υπάρχει ακόμα πολύς χώρος για το παραπάνω γενικότερο επιχείρημα, το οποίο βασίζεται στις εξής σκέψεις που εφαρμόζονται από κοινού σε διαφορετικές μεθόδους ψυχοθεραπείας: (1) η λειτουργία άρρητων, μη-λεκτικοποιημέων παραγόντων, όπως η κάθαρση και η μέχρι τώρα ακαθόριστη επιρροή της προσωπικότητας του καλού θεραπευτή· (2) η τυπική συνέπεια της θεραπευτικής ιδεολογίας ως μια βάση για απαρτίωση· (3) η εναλλακτική διατύπωση ψυχολογικών γεγονότων και η αλληλεξάρτηση της οργάνωσης της προσωπικότητας ως έννοιες που μειώνουν τη σημασία της επιρροής των διαφορών που τίθενται επί τάπητος μεταξύ των διαφορετικών προσεγγίσεων της ψυχοθεραπείας.

Σημειώσεις

1. Συγκεκριμένες τεχνικές, όπως ο υπνωτισμός, είναι εκτός του προβλεπόμενου πεδίου εφαρμογής της παρούσας σύντομης συζήτησης. Εδώ εξετάζονται μόνο είδη ψυχοθεραπείας που να βασίζονται σε μια γενική θεωρία προσωπικότητας.

2. Με κανέναν τρόπο δεν έχει παραβλεφθεί το γεγονός ότι υπάρχει ένα ακόμα πιο επιτακτικό πρόβλημα που αυτές οι σημειώσεις δεν λαμβάνουν υπόψη: πώς συμβαίνει σε τόσο πολλές περιπτώσεις όλες οι μέθοδοι θεραπείας να αποδεικνύονται εξίσου ανεπιτυχείς.

3. Η αλληλεπίδραση των παραγόντων δεν είναι μη συμβατή με τη “διάσπασή” τους, όπως μπορεί να φαίνεται με μια πρώτη ματιά, εφόσον οι παράγοντες που συνδέονται δυσαρμονικά (“διασπασμένοι”) είναι παρόλα αυτά συνδεδεμένοι εντός του συγκεκριμένου ατόμου σε κάποιον βαθμό. Η έννοια της σύγκρουσης επιβεβαιώνει αυτήν τη δήλωση.

4. Η επιστημονική επάρκεια της θεωρίας προσωπικότητας πάνω στην οποία μια μέθοδος θεραπείας βασίζεται είναι ένα άλλο θέμα. Επιπλέον, δεν εννοείται καθόλου ότι μια πιο επιστημονική θεωρία προσωπικότητας δεν θα ανέπτυσσε μια πιο αποτελεσματική μέθοδο ψυχοθεραπείας, τώρα ή στο μέλλον. Το επιχείρημα είναι απλώς ότι η ολοκληρωτική ή η απόλυτη αλήθεια με κανέναν τρόπο δεν είναι απαραίτητη για τη θεραπευτική επιτυχία.

Πηγή

Rosenzweig, S. (1936). Some implicit common factors in diverse methods of psychotherapy. American Journal of Orthopsychiatry, 6, 412–415

Saul Rosenzweig

Saul Rosenzweig DodoΟ Saul Rosenzweig (1907-2004) ήταν Αμερικάνος ψυχολόγος και ψυχοθεραπευτής, διδάκτωρ του Harvard College από το 1932. Έχει εργαστεί ως επικεφαλής ψυχολόγος στο Western State Psychiatric Institute, όπως επίσης ως καθηγητής και ερευνητής στο Washington University· έχει στο ενεργητικό του πάνω από 200 άρθρα και βιβλία. Το παραπάνω άρθρο του έχει γίνει πλεόν κλασικό στον χώρο της ψυχολογίας και η βασική του θέση του έχει μείνει γνωστή ως η “Ετυμηγορία του Πουλιού Ντόντο” ή η “Υπόθεση του Πουλιού Ντόντο”, η οποία υποστηρίζει ότι όλες οι μέθοδοι της ψυχοθεραπείας -αν εφαρμοστούν σωστά- μπορούν να είναι εξίσου αποτελεσματικές. 

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Scroll to Top